Μετά τη διασκευή της Κοκκινοσκουφίτσας και της Σταχτοπούτας στην κυπριακή διάλεκτο και αφού εσείς μας το ζητήσατε, κυρίες και κύριοι σας παρουσιάζουμε την υπερπαραγωγή: “Τα τρία γουρουνάκια στην κυπριακή διάλεκτο” (under public demand). You asked, we served. Τα παραμύθια σας δεν θα είναι ποτέ όπως τα ξέρατε. Έχουμε και λέμε…
Μιαν φοράν τζαι έναν τζαιρόν,
εζhιούσαν με την μάναν τους τρία σhοιρούθκια λόττικα, αδρά τζαι πασhιοκώλικα (και εγένετο “τσιαττιστόν τραγούδιν”). Μα ίντα σhοιρούθκια… που το πολλύν το μπούκκωμαν εγίνασιν όπως τους βορτο-μινώκαπρους. Επειδής ήτουν τζαι η μάνα τους τσας τταούκκα, σπίτιν δεν εμείνισκεν φαΐν για δείγμαν.
Οπόταν, η μάνα τους, με μιαν καρκιάν ίσια με το βάρος της αποφάσισεν να τα ασιχτιρίσει:
– Ρε κοπέλια εγίνετε σαν τον Καρρά τζαι περίτου, ώρα να πίασετε τα ππουρτού σας τζαι άτε γιάλλα που δαμέ.
Τι να κάμουν τα ζούρτικα. Εποσhεραιτίσαν την μάντραν τους τζαι τη μάνα τους, εφορτωθήκαν μες το Pig-Mobile το οποίον ήταν κονβέρταπολ (“καπροι-ολέ”) τζαι εφκήκαν στες στράτες.
Έτσι όπως επαένναν, αμπλέψαν μιαν διπλοκαμπινιάν γεματήν άσhερον να έρκεται κατά δα. Ανταν τζαι αμπλέπει ο οδηγός ότι έρκουνταν τρια κτηνά σαν τους κουλλόροτσους, εξαπόλυσεν το όχημαν τζαι εχάθην. Το έναν το σhοιρίν, που το ελαλούσαν Αβράμην, αρπάσσει τα άσhερα τζαι μιτά (=μαζί τους, με εκείνα) τους εποκαμώθειν να φτιάσει ένα χαλαμάντουρον μέσα σε μια λαξιάν (εξού και η φράση: “λαξιά του Αβράμη”). Άμαν επόκαμεν, αμπαρώθειν μες το σπίτιν. Τα αδέρφκια του εποσhσιερετήσαν τον τζαι εσυνεχίσαν την στράτα.
Έτσι όπως επαένναν, θωρούν έναν γέριμον άδρωπον αναρκοδόντην να κουβαλά κάτι παλλούτζια. Ποτινάσσεται το άλλον το σhοιρίν, ονόματι Χοιροχίτο (Japanese) τζαι λαλεί του:
– Ρέξε δα τα παλλούτζια να μεν σε κάμω εφτά τόνους.
Τι να κάμει ο γέριμος, έδωσεν του τα παλλούτζια τζαι το σhοιρούιν έκαμεν ένα σπίτιν παλλουτζέτινον(!) πάνω σε μιαν μουτταρκάν, έμπην τζαι τζείνον μέσα του τζαι εκαμώθην να θωρεί τιτσίρες γουρούνες πάνω στον “κουβαλητόν” του υπολογιστήν.
Το τρίτον το σhοιρίν που το ελαλούσαν, Χάμστα (hamster), εν ήτουν κούσπος σαν τους αρφούες του. Ήτουν σhεϊττάνης. Επήεν τζαι ήβρεν μιαν γεναίκαν ονόματι Φανού που έκαμνεν πλυθθάρκα τζαι λαλεί της:
– Ρα παττιχοτζέφαλη, κόττα μου τα πλυθθάρκα να μεν σε κασhιανίσω.
“Εσhιέστην η Φανού” τζαι έδωσεν του τα. Επήεν το σhοιρίν, έφκαλεν μανιχόν του το σκέδιο του σπιθκιού τζαι έφτιασεν με τα πλυθθάρκα ένα αππλίτζιν “ννα” μεσ’ ένα αμπέλιν. Το λοιπόν, έβαλεν μέσα: “πλάσμαν” TV, μαραφέττιν πιλοζιρισμού (ψυγείο), βούρνες που γρανίτη, τζισβέες, καρκόλες, μαουλούτζες τζαι ένα ουτζιάκκιν για να κάμνει δικόν του καφέν. Εποσhιστώθην να το κάμει αλλά αντάν τζαι εποσπάστηκε, άμπλεπεν το τζαι εκόρτωννεν τζαι ελάλεν: “Όι ρε, ίντα βίλλαν (έπαυλη) έχω γιώ”.
Έρεσσεν που τον μαχαλλά ένα λισσhιοπεινασμένος λύκος πάνω σε μια Harley τζαι εγύρευκεν κατιτίς να βάλει βούκκον. Θωρεί το πρώτο το σπίτιν που άσhερον με το σhοιρίν πό’ξω να απλώνει ζάμπαν. Άντα τζαι θωρεί τον λύκον, το σhοιρίν εσhιέστην πάνω του τζαι εβαώθηκεν έσσω. Ο λύκος ευτής εκαμώθην να ττακκουρά την πόρτα.
– Άνοιξε μου ρε κάπρε να μεν φυσίσω τζαι να σε πάρει.
Αφού δεν επολοήθηκεν το σhοιρίν, ο λύκος εππουφούρισεν μιαν φοράν, “φφφφσσσσσς” τζαι το σπίτιν έδωσεν χαμέ. Ο Αβράμης έκοψεν βούρος τζαι επήεν έσσω του Χοιροχίτο. Εβαωθήκαν έσσω τζαι εππαρτάραν τζαι εκρώνουνταν (άκουγαν) στο ράδιο Σhοίρωνα Στρατή. Ο λύκος εποστάθην πό’ξω πάλε τζαι ππουφουρίζει μιαν, ππουφουρίζει θκυό, έριψεν τα παλλούτζια καταγής.
Τα σhοιρούθκια λαομένα εκοπήκαν του βούρου. Να τα άμπλεπες θα ελάλες ότι εβάλλαν “απου ρέξει”. Επήαν έσσω του Χάμστα, εμανταλωθήκαν μέσα τζαι αρκέψαν να τραγουδούν παραδοσιακές πενιές.
Έφτασεν ο λύκος τζαι αντάκωσεν να πποφουρίζει αλλά εν εμπορούσεν να ρίψει το σπίτιν. Στο μεταξύ τα σhοιρούθκια εν τον επήραν πρέφαν τζαι εστρωθήκαν πας την “πλάσμαν” TV αφού τζείνη την ώραν άρκεφκεν το DancePig4u τζαι ήτουν η Miss Piggy στον τελικό. Το “Pigger” επήρεν φώκον με χαπάρκα που εστέλναν οι σhοίροι όπως:
#amanamoukoutala
#kotolettamou
#oink-oink
#mprizola4life
Ο λύκος, στο μεταξύ, εθκιαλοΐζετουν τι να κάμει. Αμπλέπει δεξιά, αμπλέπει ζεβρά τζαι θωρεί κάτι αμπελοπούλια πιασμένα πάνω σε κάτι βερκά πο’ στησεν το σhοιρίν.
– Αν σας ξαπολύσω ρε πουλλούθκια, εν να μου τανίσετε να ρίψουμεν το σπίτι των σhοίρων κάτω; είπεν τους ο λύκος.
Τα πουλλούθκια ήτουν ανγκρισμένα (Angry Birds) με το σhοιρίν τζαι επολοηθήκαν ευτής: “Φακ γιέα”.
Μόλις εχαπαρίσαν τα σhοιρούθκια τι εγίνετουν, εκάτσαν τζαι θωρούσαν σαν το ποσβολωμένα. Αλλά ώσπου να πουν “μανά”, άνοιξεν τρύπα πας τον τοίχον. Διά ο λύκος μέσα, αρπάσσει τα τζαι τζαι σαπατζιάζει τα. Σίρνει το ένα μες το χαρτζίν, στουππώνει το που πάνω με καππακλίν τζαι έκαμεν το ζαλατίνα. Το άλλον άπλωσεν το στον ήλιο να γίνει λούντζα τζαι σhοιρομέριν που τον ήλιο έξω στον αγρό (και εγένετο “χοιρομέρι Αγρού”).
Το τρίτον έκαμεν το σούβλαν, έφκαλεν το φωτογραφίαν τζαι έστειλεν το στο shoirobiz.com.cy το οποίον την άλλην ημέραν εδημοσίευσε τα χαπάρκα με τίτλο:
ΘΡΗΝΟΣ ΣΤΗΝ SHOIROBIZ: Δείτε τι έπαθαν!
Ο λύκος έστρωσεν τραπέζιν με τα πουλλούθκια, τζαι ετσιμπουρούσαν ούλλοι σhοίρον που γυρόν (και εγένετο “γύρος χοιρινός”).
Τζαι εζήσαμεν ούλλοι καλά, με φαγιά κυπριακά, επιάσαν μας τα κλάματα αλλά… σhοιρούθκια πάππαλα. (Σημ. Πίκρη: Τζαι μιαν φοράν ο λύκος σιόρ)